Από τις Κλέα Μοριανού & Λουίζα Κροντήρη
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι κάνει ένα σκύλο να ξεχωρίζει;
Είναι τα τέλεια μορφολογικά χαρακτηριστικά του ή μήπως αυτή η παράξενη μουσούδα που κάνει όλο μορφασμούς; Είναι το πιστοποιητικό καθαροαιμίας του ή μήπως η καθαρότητα του βλέμματός του; Κι αν σε ένα σκύλο, όπως ακριβώς και σε έναν άνθρωπο, αγαπάμε κυρίως αυτά τα χαρακτηριστικά που τον κάνουν μοναδικό, μήπως ήρθε η ώρα να ξεφύγουμε από τους πανομοιότυπους σκύλους των εκθέσεων και να αναγνωρίσουμε, επιτέλους, την αξία των ημίαιμων; Στο δίλημμα ράτσα ή φάτσα, πάντως, οι Γερμανοί έχουν δώσει ήδη την απάντησή τους.
Στη Γερμανία τα ημίαιμα έχουν εξελιχθεί στους πιο αγαπημένους και ευρέως διαδεδομένους σκύλους, κερδίζοντας σταθερά έδαφος έναντι των καθαρόαιμων. Αυτήν τη στιγμή το ποσοστό τους στον συνολικό σκυλοπληθυσμό της Γερμανίας ανέρχεται στο 22,9%, το υψηλότερο σε σχέση με το ποσοστό οποιασδήποτε καθαρόαιμης φυλής. Είναι πιο δημοφιλή ακόμα και από τα Λαμπραντόρ και τα Γκόλντεν Ριτρίβερ.
Το ημίαιμο, ως επιλογή συντρόφου, είναι πλέον τάση -ειδικά στις πόλεις- και όχι τυχαία, εξηγεί η Petra Zipp, αντιπρόεδρος της γερμανικής ομοσπονδίας «Κατά της Βίας στα Ζώα» (Bundes gegen Missbrauch der Tiere) και διευθύντρια του καταφυγίου ζώων στην πόλη Πφούλινγκεν (Pfullingen), στη νοτιοδυτική Γερμανία. «Απλώς πρόκειται για έναν ιδιαίτερο σκύλο, ένα θαύμα της δημιουργίας. Αυτόν το σκύλο δεν μπορεί κανείς να τον αναπαραγάγει».
Από την πλευρά του ο Ralf Unna, κτηνίατρος, αντιπρόεδρος της Ένωσης για την Προστασία των Ζώων της βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας (Landestierschutzverbands Nordrhein-Westfalen) και ιδιοκτήτης ενός ημίαιμου αυστραλιανού Κέλπι (Kelpie), διαβεβαιώνει ότι τα ημίαιμα ζώα αλλάζουν προς το καλύτερο την εικόνα των ιδιοκτητών τους. «Παλιά, ημίαιμο είχαν οι οδηγοί Ντε Σε Βο (2CV). Σήμερα, ο οποιοσδήποτε οδηγός Μερσεντές μπορεί να εμφανιστεί με ημίαιμο. Ο Γερμανικός Ποιμενικός έχει σταματήσει εδώ και καιρό να αποτελεί σύμβολο στάτους».
Ισχύει άραγε το ίδιο και στη χώρα μας; Όπως μας εξηγεί ο επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ευστράτιος Παπάνης, στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, η απόκτηση ενός καθαρόαιμου ζώου, όπως συμβαίνει για παράδειγμα και με την αγορά ενός ακριβού αυτοκινήτου, επέχει ακόμα το ρόλο συμβόλου απαραίτητου για όποιον θέλει να επιδείξει ότι μεταπήδησε σε ανώτερη οικονομική ή κοινωνική τάξη. «Στις αγροτικές περιοχές τα ζώα ήταν πάντοτε συνδεδεμένα με την παραγωγή, με την οικονομία· ακόμα και τα οικιακά ζώα είχαν μια χρησιμότητα. ∆εν έπαιρνε κάποιος μια γάτα παρά μόνο για να πιάνει τα ποντίκια και τα φίδια ή είχε ένα σκύλο για να είναι φύλακας ή για να βοηθάει τον τσοπάνη. Στο αστικό περιβάλλον αυτά τα αίτια εξαλείφθηκαν και το ζώο έγινε ένα είδος κοινωνικού στάτους. Πιστεύω ότι στην Ελλάδα, επειδή νομίζουμε ότι η διαφοροποίηση από τους άλλους είναι αυτό που μας αναδεικνύει, ενδεχομένως η τάση των ημίαιμων να αργήσει να έρθει, αφού θα υπάρχουν συστηματικά κάποιοι άνθρωποι που θα επιδεικνύουν την κοινωνική τους άνοδο μέσω της αγοράς καθαρόαιμων. Μπορείτε να το δείτε σαν την περίπτωση κάποιων που αγοράζουν ακριβούς πίνακες τέχνης χωρίς να γνωρίζουν από τέχνη, και ούτω καθεξής».
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί Έλληνες είναι σήμερα ιδιοκτήτες ημίαιμων ζώων, ακόμα κι αν κάποιοι από αυτούς δεν το γνωρίζουν. «Βλέπετε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που πέφτουν θύματα εξαπάτησης και, αντί για καθαρόαιμα ζώα, καταλήγουν με γλυκύτατους μεν, ακριβοπληρωμένους δε, κόπρους απροσδιόριστης προέλευσης. Σπάνια, οι σκύλοι που πωλούνται μέσω αγγελιών στο ∆ιαδίκτυο ή ακόμα και σε καταστήματα ζώων συνοδεύονται από αυθεντικά πιστοποιητικά καθαροαιμίας. Στις λιγοστές περιπτώσεις που μαζί με το σκύλο δίνεται και πεντιγκρί, συχνά αυτό είναι πλαστό ή «δανεικό» από ένα άλλο ζώο», μας εξηγεί η διεθνής κριτής μορφολογίας Μαρία-Μαριόνκα ∆εκαρίστου. Τίποτα λοιπόν δεν αποκλείει την πιθανότητα το κίτρινο Λαμπραντόρ μας, που συνοδευόταν από ουγγαρέζικα χαρτιά, να είναι προϊόν του έρωτα μιας καθαρόαιμης Ελληνίδας λαίδης και του αλήτη της γειτονιάς.
Πρώτοι και καλύτεροι, βέβαια, ιδιοκτήτες ημίαιμων είναι όλοι όσοι επέλεξαν να υιοθετήσουν ένα σκύλο είτε από καταφύγιο είτε απευθείας από το δρόμο. Κι αυτό γιατί η πλειονότητα των ενδημικών αδέσποτων δεν είναι τίποτε άλλο παρά αποτέλεσμα του ακατάσχετου ζευγαρώματος μεταξύ των χιλιάδων διαφορετικών σκύλων -καθαρόαιμων και μη- που κυκλοφορούν στην ελληνική επικράτεια.
Ημίαιμο, κόπρος, μπάσταρδο, κοπρίτης ή διασταύρωση, όπως κι αν το αποκαλέσουμε, το ημίαιμο δεν ξέρουμε ποτέ πώς θα εξελιχθεί ούτε σε χαρακτήρα ούτε σε εμφάνιση. Θα γίνει μικρόσωμο ή θα χρειαστούμε καινούργιο καναπέ για να το χωράει; Θα είναι κοντότριχο ή μήπως κοντοπόδαρο; Και τελικά, θα του αρέσει να έρχεται μαζί μας για τρέξιμο ή να πάρουμε καλύτερα ένα διάδρομο γυμναστικής;
Για να περιορίσουμε κάπως το εύρος των πιθανοτήτων, μπορούμε να προχωρήσουμε σε έναν σημαντικό διαχωρισμό, κατατάσσοντας τα μη καθαρόαιμα ζώα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: στα ημίαιμα αγνώστου προελεύσεως και στις διασταυρώσεις.
Στις διασταυρώσεις το ημίαιμο ζώο προέρχεται από το ζευγάρωμα δύο καθαρόαιμων σκύλων διαφορετικής φυλής (στα Αγγλικά έχει επικρατήσει ο όρος «υβρίδιο»). Σε αυτή την περίπτωση, και με την προϋπόθεση ότι γνωρίζουμε και τους δύο γονείς, μπορούμε να έχουμε μια μικρή ιδέα σχετικά με το πώς θα εξελιχθεί το κουτάβι μας όταν μεγαλώσει, αν και τίποτα δεν μας εγγυάται ότι θα πάρει το ύψος του μπαμπά του και τα αυτιά της μαμάς του, και όχι το αντίστροφο ή κάτι ενδιάμεσο. Πάντως, αν για παράδειγμα και οι δύο καθαρόαιμοι γονείς είναι μικρόσωμοι και μαύροι, τότε μάλλον μπορούμε να προεξοφλήσουμε με σχετική ασφάλεια πως το κουτάβι μας δεν θα γίνει ψηλό και ξανθό.
Όσον αφορά τα ημίαιμα που δεν προέρχονται από καθαρόαιμους γονείς, τα πράγματα περιπλέκονται, καθώς δεν γνωρίζουμε τίποτα για τους προγόνους τους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η γενετική τους βάση (γονιδιακή δεξαμενή) μπορεί να είναι τόσο ποικίλη όσο και οι εκατοντάδες διαφορετικοί σκύλοι που συνέβαλαν στη δημιουργία τους. Παρ’ όλα αυτά, και σε αυτή την περίπτωση, οι επιστήμονες δεν μας αφήνουν τελείως στο σκοτάδι. Μελέτες έχουν δείξει ότι, εάν σκύλοι που δεν μοιράζονται κοινό γενετικό υλικό αρχίσουν να ζευγαρώνουν μεταξύ τους ελεύθερα, κάποια στιγμή οι γενιές που θα προκύψουν από αυτόν τον πληθυσμό θα τείνουν προς μια κάπως κοινή εμφάνιση: με χρώμα πυρόξανθο ή μαύρο, βάρος γύρω στα 18 κιλά και ύψος από 38 έως 57 εκατοστά.
«Αυτό συμβαίνει γιατί κάθε χαρακτηριστικό ενός οργανισμού καθορίζεται από συγκεκριμένα γονίδια. Μέσα σε έναν πληθυσμό ζώων συναντάμε δύο ή περισσότερες παραλλαγές για το ίδιο γονίδιο, όπως “μακριά αυτιά” ή “κοντά αυτιά”, αλλά μπορεί να υπάρχουν και ενδιάμεσες παραλλαγές. Κάποια γονίδια επικρατούν έναντι άλλων και, όταν μέσα σε έναν πληθυσμό ζώων οι διασταυρώσεις γίνονται ελεύθερα, τότε τα “ισχυρά” γονίδια θα επικρατήσουν σταδιακά. Αυτό, βέβαια, εξαρτάται και από τις συνθήκες στις οποίες ζουν οι σκύλοι. Αν βρίσκονται σε ελεύθερη κατάσταση, υπεισέρχεται και ο παράγοντας “επιβίωση”, ο οποίος σε κάθε διαφορετικό περιβάλλον ευνοεί διαφορετικά γονίδια», μας εξηγεί ο βιολόγος Νίκος Κωνσταντίνου.
Τα καθαρόαιμα ήταν κάποτε ημίαιμα
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που πολλοί αγνοούν είναι ότι οι περισσότερες από τις 345 αναγνωρισμένες σήμερα φυλές από τον ∆ιεθνή Κυνολογικό Οργανισμό (FCI) προήλθαν κατά κύριο λόγο από την επιλεκτική εκτροφή ημίαιμων πληθυσμών σκύλων με μοναδικό σκοπό την ενίσχυση και τη σταθεροποίηση επιθυμητών χαρακτηριστικών εμφάνισης και ιδιοσυγκρασίας. Με απλά λόγια, οι περισσότερες καθαρόαιμες φυλές είναι δημιούργημα του ανθρώπου, ενώ τα ημίαιμα προϊόν της φυσικής εξέλιξης των ειδών. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες πρωτόγονες ενδημικές φυλές που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής στον τόπο καταγωγής τους και μπόρεσαν να διατηρηθούν μέχρι σήμερα, όπως το Αμερικανικό και το Αυστραλιανό Ντίνγκο (Dingo), ο σκύλος Τραγουδιστής της Νέας Γουινέας (New Guinea Singing Dog) και το Ινδικό Παρία (Indian Pariah Dog). Οι πανάρχαιες αυτές φυλές επιβεβαιώνουν τη θεωρία του ∆αρβίνου, ότι στη φύση επιβιώνει ο δυνατότερος. Και ίσως αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί πιστεύουν ότι τα ημίαιμα που ζουν και αναπαράγονται στο δρόμο είναι πιο ανθεκτικά και πιο προσαρμοστικά από ό,τι τα καθαρόαιμα.
Ισχύει όμως, πραγματικά, η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι τα ημίαιμα έχουν πλεονέκτημα υγείας και εξυπνάδας έναντι των καθαρόαιμων;
Είναι τα ημίαιμα πιο υγιή;
Η άρνηση του BBC το 2009 να καλύψει τηλεοπτικά μετά από 42 συναπτά έτη την Crufts, τη μεγαλύτερη έκθεση μορφολογίας σκύλων στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με το ντοκιμαντέρ του 2008 «Pedigree Dogs Exposed» (που προβλήθηκε και από την τηλεόραση του ΣΚΑΪ), επανέφεραν στο προσκήνιο την άποψη ότι «τα μπασταρδεμένα σκυλιά είναι πολύ πιο γερά από τα ράτσας».
Το ντοκιμαντέρ του βρετανικού δικτύου επέρριπτε ευθύνες στον Αγγλικό Κυνολογικό Όμιλο (Kennel Club) ότι με τη στάση του ευνόησε την εκδήλωση πλήθους γενετικών ασθενειών σε συγκεκριμένες φυλές (Μπλάντχαουντ, Μπασέ, Κλάμπερ Σπάνιελ, Αγίου Βερνάρδου, Σαρ-Πέι, Τσόου Τσόου, Μαστίφ Ναπολιτάνο, Πεκινουά, Μπουλντόγκ, Γερμανικός Ποιμενικός, Ντογκ ντε Μπορντό). Τα στοιχεία μαρτυρούσαν ότι ο Αγγλικός Κυνολογικός Όμιλος δεν είχε φροντίσει να προστατεύσει την υγεία των σκύλων καθαρά και μόνο για λόγους εμφάνισης. Οι οδηγίες που έδινε στους κριτές για την αξιολόγηση των σκύλων στις εκθέσεις, τα μορφολογικά πρότυπα που θέσπιζε για την κάθε φυλή και οι εκτροφικές πρακτικές που ενθάρρυνε για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα οδήγησαν στη γέννηση σκύλων με ανατομικά προβλήματα. Για παράδειγμα, η κοντή μουσούδα των βραχυκέφαλων φυλών σαρώνει τα βραβεία στις εκθέσεις, μολονότι στους σκύλους δημιουργεί σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα.
«Κατασκευαστικά, η επιλεκτική εκτροφή έχει δημιουργήσει σκυλιά με χαρακτηριστικά που φυσιολογικά δεν θα αποτελούσαν πλεονέκτημα αν ζούσαν ελεύθερα στη φύση. Για παράδειγμα, ο άτριχος Κινέζικος Λοφιοφόρος χρειάζεται ειδική φροντίδα του δέρματός του για να αποφύγει εγκαύματα από την έκθεσή του στον ήλιο», μας εξηγεί η κτηνίατρος Αννέττα Μιχαήλ. Όμως οι κληρονομικές παθήσεις δεν σχετίζονται πάντα με την εμφάνιση. «Ορισμένες φυλές έχουν μεγαλύτερη συχνότητα εκδήλωσης κάποιων κληρονομικών παθήσεων, επειδή οι σκύλοι που χρησιμοποιούνται στην αναπαραγωγή προέρχονται από συγκεκριμένες γραμμές αίματος, οι οποίες φέρουν τα γονίδια που ευθύνονται γι’ αυτές τις παθήσεις», συνεχίζει η κυρία Μιχαήλ.
Σε αντίθεση με τους καθαρόαιμους, οι ημίαιμοι σκύλοι ζευγαρώνουν συνήθως με απρόβλεπτο τρόπο. Οι απόγονοι, λοιπόν, τέτοιων τυχαίων σχέσεων έχουν μικρότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν γενετικές ασθένειες, αφού έχουν μειωμένη πιθανότητα και οι δύο γονείς να κουβαλούν τα ίδια προβληματικά υπολειπόμενα γονίδια.
Αυτό, πάντως, δεν σημαίνει πως τα ημίαιμα είναι απαλλαγμένα από γενετικά προβλήματα. «Όλα τα σκυλιά μπορούν να εμφανίσουν κληρονομικές παθήσεις, απλώς αλλάζει η συχνότητα εμφάνισής τους, ανάλογα με το βαθμό συγγένειας που εμφανίζουν οι γεννήτορες. Όσο πιο κλειστή είναι μια αναπαραγωγική γραμμή, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα οι γονείς να φέρουν γονίδια της ίδιας πάθησης, με αποτέλεσμα αυτή να εκδηλωθεί στους απογόνους τους», μας εξηγεί η κυρία Μιχαήλ.
Στην περίπτωση, πάντως, που τα ημίαιμα γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στους δρόμους πριν μπουν στα σπίτια μας, «έχουν περάσει σε μεγαλύτερο βαθμό φυσική επιλογή και όντως τα πιο υγιή και ανθεκτικά είναι αυτά που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν. Τα αδέσποτα, αν έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας ή συμπεριφοράς, δεν καταφέρνουν να επιβιώσουν, πόσω μάλλον να αναπαραχθούν και να μεταβιβάσουν αυτά τα ελαττώματα, εφόσον είναι κληρονομικά», μας εξηγεί η κυρία Μιχαήλ.
Πηγή: ΤΡΙΧΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου